- ρεζιλίνη
- η, Ν(βιοχ.) πρωτεΐνη που απαντά με τη μορφή αλληλοσυνδεόμενων συσσωματωμάτων στους μυς τών φτερών μερικών εντόμων και στις προσφύσεις τών φτερών στον θώρακα, η οποία, χάρη στην ελαστικότητά της, απορροφά την κινητική ενέργεια από το χτύπημα τών φτερών, στο τέλος κάθε τέτοιου χτυπήματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. resiline].
Dictionary of Greek. 2013.